Home » ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ » Κείμενα του Χριστόδουλου Λεωνίδα

Κείμενα του Χριστόδουλου Λεωνίδα


Δημοσιεύουμε πιο κάτω το δεύτερο κείμενο του αείμνηστου Χριστόδουλου Λεωνίδα. Αφορά τον παππού του Χριστόδουλο Χ” Γεώρκα.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Χ” ΓΕΩΡΚΑ

Ο Χριστόδουλος Χατζηγεώρκα γεννήθηκε στη Βατυλή το 1849. Οι γονείς του ήταν ο Χ” Γεώρκας και η Χ” Μαρικκού. Ο πατέρας του ήταν από τη Βατυλή και η μητέρα του από τη Λάρνακα, κόρη του εφημέριου του Αγίου Λαζάρου. Τα καλοκαίρια πήγαινε στη Λάρνακα και έμενε με τον παππού και την γιαγιά του. Η κατοικία του ήτανε μέσα στην αυλή της εκκλησίας του Αγίου Λαζάρου.

Μάς έλεγε ότι η εκκλησία ήταν κτισμένη στην παραλία της και ότι το κύμα χτυπούσε πάνω στο περιτείχισμα της. Όταν υπήρχε τρικυμία γέμιζαν οι γύρω δρόμοι με τα νερά της θάλασσας και τα παιδιά μαζεύανε ψαράκια από τους γύρω δρόμους.

Ο Χριστόδουλος τέλειωσε το δημοτικό στη Λύση, γιατί τότε στη Βατυλή δεν είχε σχολείο. Όταν τέλειωσε το σχολείο ασχολιόταν με την καλλιέργεια των χωραφιών τους. Έτσι αντρώθηκε ο Χριστόδουλος στα 16 με 17 του χρόνια, σωστός άντρας, ψηλός και λυγερός και πολύ ευκίνητος. Κάποτε κυνήγησε ένα λαγό τρέχοντας και κατάφερε να τον πιάσει. Μετά σκέφτηκε να πάει στην Ανατολή για δουλειά. Τόσοι και τόσοι πήγαιναν τότες να δουλέψουν στην Ανατολή, οι περισσότεροι μέσω Κερύνειας που είχε και το μικρό λιμανάκι.

Αφού ετοίμασε όλα τα πράγματα για το ταξίδι, καμιά αλλαξιά ρούχα, κανένα μάλλενο σεντόνι κι ένα σακούλι παξιμάδια, βιαστικά αποχαιρέτησε τους δικούς του, και την αυγή μαζί με άλλους συγχωριανούς ξεκίνησαν για τη χώρα (Λευκωσία). Την ίδια μέρα ξεκίνησε για την Κερύνεια περπατητός και φορτωμένος με τα λιγοστά πράγματα που έπαιρνε μαζί του. Πριν φτάσει όμως στην Κερύνεια τον ληστέψανε. Μια σπείρα από ληστές, που είχαν το λημέρι τους λίγο πιο κάτω. Κι έτσι τού πήρανε όλα του τα χρήματα κι ό,τι είχε μαζί του. Μετά τον πήρανε στο λημέρι τους.

Ο αρχηγός μόλις τον είδε, διέταξε και τού δώσανε πίσω τα χρήματα του και ό,τι άλλο του είχαν πάρει. Επίσης διέταξε και στρώσανε τραπέζι και τον φιλοξένησαν. Μετά το φαγητό και το ποτό o αρχηγός διέταξε δυο ληστές να βοηθήσουν τον Χριστόδουλο και να τον συνοδεύσουν μέχρι το λιμανάκι της Κερύνειας.

Εκεί στην προκυμαία συνάντησε και γνώρισε κι άλλους που πηγαίνανε για την Μικρά Ασία. Σαλπάρανε με μικρή βάρκα και όταν πεινούσανε έπαιρναν ένα παξιμάδι και το έβρεχαν με θαλασσινό νερό και το έτρωγαν.

(Για τη συνέχεια ο παππούς διηγείτο:)
«Όταν φτάσαμε στην Ανατολή, ψάξαμε να βρούμε εργασία. Δουλειές είχε πολλές τότε εκεί. Εκτάσεις απέραντες, χιλιάδες σκάλες τα χωράφια, τα λιβάδια και οι ποταμοί, μεγάλοι και πλατιοί, που τρέχανε ολόχρονα. Τα σιτάρια, τα κριθάρια, τα βαμβάκια περιμένανε τον δουλευτή να τα μαζέψει. Πήγαμε σ’ ένα κτήμα που ήθελε ανθρώπους να τού δουλέψουνε. Μόλις πήγαμε εκεί μου στρώσανε τον σοφρά και μας κουβάλησαν διάφορα φαγητά.

»Όσοι τρώγανε γρήγορα τούς έπιασε στη δουλειά του. Τους άλλους που τρώγανε σιγά τους έδιωχνε. Μάς πήρανε στη δουλειά και μάς στείλανε σ’ ένα κτήμα κοντά αντίκρυ από το Καστελόριζο. Στο Καστελόριζο δεν υπήρχε νερό. Οι γυναίκες πηγαίνανε κάθε μέρα και φέρνανε νερό από την Τουρκία. Αυτές μιλούσαν πολύ γρήγορα και όταν τις άκουσα νόμισα πως άκουγα χελιδόνια να κελαηδούν».

Στην Ανατολή ο Χριστόδουλος έκαμε ένα χρόνο και γύρισε στο χωριό όπως είχε φύγει, λεπτός και λυγερός. Στην Ανατολή έλεγε, πως έτρωγαν συνέχεια κεφαλάκι, όμως δεν μπόρεσε να παχύνει. Σε λίγο καιρό από τον γυρισμό του ο πατέρας του πεθαίνει από υπερκόπωση στα 40 του χρόνια, από το πήγαινε-έλα στη Λάρνακα καθημερινά. Άφησε όμως από ένα καλό κομπόδεμα στα παιδιά του, κάπου στα 500 δράμια χρυσές λίρες στον καθένα.

Ο Χριστόδουλος ήταν 19 χρονών όταν νυμφεύθηκε την Θεοφανού Χ” Μάρκου που ήταν 20 χρονών κοπέλα, πολύ όμορφη και από τις πιο καλές οικογένειες του χωριού. Παντρευτήκανε και κάνανε πολλά φεγγάρια του μέλιτος και ο παππούς Χριστόδουλος, που ήταν γεωργός, ύστερα από 3 χρόνια πήγε να σπείρει τα χωράφια του.

Με τη γιαγιά την Θεοφανού κάνανε 7 παιδιά, τον Γεωργή Χριστοδούλου, τον Αρτέμη Χριστοδούλου, την Μαριού Βασιλείου (Πυργά), τον Μάρκο Χριστοδούλου, την Κυριακού Χριστοδούλου, τον Κλεόπα Χριστοδούλου και τον Λεωνίδα Χριστοδούλου.

Ο παππούς Χριστόδουλος ασχολείτο με τη γεωργία. Ήταν τίμιος και αυστηρών ηθικών αρχών, ήταν λιτοδίαιτος γι’ αυτό μέχρι τα βαθιά γηρατειά του ήταν ίσιος σαν λαμπάδα, ευλύγιστος σαν μικρό παλικάρι. Στα 80 του χρόνια πηδούσε και καβαλίκευε το γαϊδούρι του σαν 18χρονο αγόρι.

Μέχρι τον θάνατο του δεν χρησιμοποίησε μπαστούνι ούτε καμπούριασε, αλλά έμεινε όρθιος μέχρι τον θάνατο του. Ήταν ένας γέρος λεβέντης, σοβαρός και ντροπαλός με την κυπριακή του φορεσιά, τη βράκα του, το ζιμπούνι του, το φέσι του και το κουρούκλι του, που θύμιζε κάποιο άνθρωπο άλλης εποχής.
Τη γιαγιά μου τη Φανού και τον παππού μου τον Τσουλή τούς θυμάμαι πολύ καλά. Ήμουν 10 χρονών όταν πέθαναν. Η γιαγιά μου η Φανού αγαπούσε πολύ τα παιδιά της και τον σύζυγο της. Την θυμάμαι στα ογδόντα της χρόνια μέσα σ’ εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Το 1928 χάσανε τη θεία Κυριακού που έπασχε από καρκίνο. Ήταν ανύπαντρη, ψηλή, λεπτή και διαφανή, έφυγε στα 43 της χρόνια μια φθινοπωρινή νύχτα και ο παππούς και η γιαγιά πόνεσαν πολύ.

– Εγίνην η καρτούλα μας περίτου που του ναύτη, που νάναι μισοπέλαγα να βροντά και ν’ αστράφτει.

Έτσι εκδήλωνε τον πόνο της η γιαγιά μας με το τραγούδι στις χαρές και στις λύπες της.

– Αχ Τζυρκακού μου, κόρη μου, αχ μονάκριβη μου κόρη. Εσέν τα χρόνια πιάσαντα και κάμαντα περβόλι, και λάθεται ο Ιησούς Χριστός κι οι μαθητές του όλοι.

– Ήμουν τζιαί γιώνι μιαν φορά κοκόνα τζιαι παγώνα, τζιαι δκιανεύφκουμουν που νηλιακόν ως δώμα.

– Εφύτεψα βασιλιτζιάν με δεκαπέντε κλώνους κι αν έλθουν που τον βασιλιά κλωνί να μην τους δώσω, κι αν έρτουν που τους αγαπώ να την ξηριζώσω.

Έτσι εκδηλωνόταν και ο παππούς.
Η γιαγιά μας η Φανού πέθανε μια βροχερή μέρα του Γενάρη το 1934 σε ηλικία 87 χρονών. Οι δρόμοι ήταν πλημμυρισμένοι και στο νεκροταφείο την πήρανε με αμάξι. Ας είναι αιωνία της η μνήμη.
– Εφόρεσες τα άσπρα σου τζιαι γίνεις ανεράδα, παρακαλώ σε φόρα τα όλην την εβδομάδα, είπε κάποτε σε κάποια κοπέλα που περνούσε μπροστά από το σπίτι της γιαγιάς, με τη στάμνα για να φέρει νερό.

• Το επόμενο κείμενο του Χριστόδουλου Λεωνίδα: 1571 – Ο Παπά-γιωρκης του Αγίου Γεωργίου Βατυλής.

Κατηγορίες: ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ