Home » ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ » …είναι ακόμα νωρίς

…είναι ακόμα νωρίς


14 Αυγούστου 2013

Ξεκίνησα να γράψω μια σημείωση. Στα πρόχειρα να καταθέσω τις αποσπασματικές, ονειρικές σχεδόν, μα οξύμωρα κινηματογραφικές ώρες της φυγής. Μπροστά στην άδεια οθόνη που με κοιτούσε με βλέμμα αδειανό, πάγωσα. Όπως το αίμα παγώνει ακόμα σαν το πλημμυρίζει η θύελλα της θύμησης.

είναι ακόμα νωρίς... για να μπορέσω να καταθέσω την ιστορία μιας στιγμής, μιας Ημέρας, της ζωής μας, να διηγηθώ πώς κόπηκε το νήμα της...

The Invaders, Cyprus Vatyli

14 Αυγούστου 1974, ώρα 14:30, ώρα καυτή όπως η αύρα του καλοκαιριού, όπως ο ήλιος το απομεσήμερο που μας θέρισε τη ζωή. Η σκόνη που σηκώνουν οι ερπύστριες των τανκς φαντάζουν αντικατοπτρισμός από το λιοπύρι που μας κυκλώνει και θολώνει τα λογικά μας…

Ξάφνου, οι αυτοκινητοπομπές που οργώνουν τον κεντρικό δρόμο από Άσσια προς Λύση γεμίζουν γνώριμες φιγούρες: άντρες και γυναίκες και παιδιά από το διπλανό χωριό, που γλυτώνουν τη σφαγή. Ξάφνου, η ταινία των αναμνήσεων καίει το φιλμ με σπασμωδικούς λυγμούς πόνου, του πόνου της Α-Λήθειας… του πόνου της γης, των ανθρώπων, της ζωής που Δεν Μπορεί να Ξεχαστεί!

Κι έτσι η αφήγηση δεν μπορεί να συνεχιστεί απρόσκοπτα… μένει μετέωρη με τα κενά να αιωρούνται όπως οι καυτές ανάσες μας ανάμεσα στην άναρθρη κραυγή της καμπάνας του Άη Γιώρκη που βοά γοερά την εκκένωση, όπως τα πιάτα με την όρνιθα και τ’ αφάγωτα χωριάτικα μακαρόνια ν’ αχνίζουν στο τραπέζι, όπως τα τραπεζομάντηλα του σμιλιού της γιαγιάς μου αφημένα στο πάτωμα του Δίχωρου μέσα στην ορθάνοιχτη βαλίτσα, όπως τις τελευταίες εικόνες των παιδικών ματιών μου, όρθια μέσα στο λεωφορείο της γραμμής Λευκωσία-Βατυλή να απαθανατίζει μαυροφορούσες Λυσιώτισσες μ’ ένα τριανταφυλλί ή ένα κροκί πάπλωμα στην αμασχάλη και το χέρι απλωμένο για ν’ αρπαχτούν από το λεωφορείο που κυλούσε για τελευταία φορά στα σοκάκια τους..

Κι έτσι, χωρίς να κατορθώσω ν’ αραδιάσω της ψυχής μας το άλγος, κι έτσι όπως με κοίταζε αμείλικτα το μαύρο στίγμα αναβοσβήνοντας στη λευκή οθόνη του υπολογιστή, κατάλαβα πως -39 χρόνια μετά- είναι ακόμα νωρίς… για να μπορέσω να καταθέσω την ιστορία μιας στιγμής, μιας Ημέρας, της ζωής μας, να διηγηθώ πώς κόπηκε το νήμα της… καθώς, εκεί που ξαναδέθηκε οι κόμποι έχουν τόσο μπερδευτεί! Κι ίσως, αν γράφαμε ο καθένας μας την ιστορία του, ο πόνος του ενός να γινόταν η παρηγοριά του άλλου, ίσως να ξετυλίγαμε μαζί το κουβάρι μιας κοινής συνοχής.

Στο μεταξύ, εγώ εξακολουθώ να ετοιμάζω τη βαλίτσα μου κάθε που ακούω πως «η Αμμόχωστος ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ»,  κι ας μην έχω βάλει τίποτα μέσα πέρα απ’ αυτά που έφερα μαζί μου: το ριχτό πιτσιλωτό φουστανάκι με λάστιχο-σφηκοφωλιά στο χρώμα των μεστωμένων σπαρτών της Βατυλής, και τη φυσική μου συνέχεια.

Γιατί, ο Αύγουστος δεν μπορεί να είναι τίποτ’ άλλο, παρά: «Σύκα, μέλι και σταφύλι, και χαμόγελο στα χείλη»!

Γι’ αυτό!

Μαρία Α. Γεωργιάδου

Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 14 Αυγούστου 2013, στη Σελίδα της Βατυλής στο Facebook: http://on.fb.me/1suGyMa

Κατηγορίες: ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ